Σύμφωνα με τους Hillage και Pollard (1998) «απασχολησιμότητα είναι η ικανότητα του ατόμου να αποκτήσει αρχική απασχόληση, να διατηρήσει την απασχόληση αυτή και να αποκτήσει νέα απασχόληση, εάν αυτό απαιτηθεί». Με άλλα λόγια που απηχούν τις απόψεις πολλών ειδικών σχετικά με τον όρο, το άτομο φέρει αποκλειστικά προσωπική ευθύνη ύπαρξης και διατήρησής του στην εργασιακή ζωή. Όμως μπορεί μόνο το ίδιο το άτομο να φέρει αυτή την ευθύνη από τη στιγμή που η εργασία -ως κοινωνικό αγαθό- και η επιχειρηματικότητα διέπονται από νόμους της πολιτείας; Εκ των πραγμάτων λοιπόν αναγνωρίζεται η ευθύνη που έχουν όλοι οι εμπλεκόμενοι στο εργασιακό σύστημα και γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο ο όρος εξακολουθεί να είναι αμφιλεγόμενος.

Στην παρούσα φάση οι πολιτικές που εφαρμόζονται στην εργασία δίνουν έμφαση στην ανάπτυξη της απασχολησιμότητας, δηλαδή της ανάπτυξης τεχνικών και ήπιων δεξιοτήτων και όχι τόσο στη δημιουργία και τη διασφάλιση των θέσεων εργασίας. Δημιουργούνται προγράμματα κατάρτισης ή επανακατάρτισης που στόχο έχουν τη σύνδεση με τις ανάγκες της αγοράς εργασίας, χωρίς αυτά να μετουσιώνονται απαραίτητα σε έργο στο εργασιακό πλαίσιο.

Τα δεδομένα της παγκόσμιας οικονομίας, δηλαδή η ραγδαία τεχνολογική εξέλιξη, η διευρυμένη αγορά και ο «πόλεμος» για την αναζήτηση ταλέντων με άξονα τη μέγιστη αποτελεσματικότητα και καινοτομία οδήγησαν σε ευέλικτα μοντέλα εργασίας. Τα μοντέλα αυτά περιλαμβάνουν μικρής διάρκειας συμβάσεις εργασίας ή ακόμα και μηδενικής βάσης (zero contracts) συμβάσεις έργου και συνεργασίες με εξωτερικούς συνεργάτες - ελεύθερους επαγγελματίες, αποβλέποντας στη βιωσιμότητα των επιχειρήσεων. Το νέο αυτό εργασιακό τοπίο ζητά από το άτομο να αποδεχτεί την αίσθηση της αβεβαιότητας που τα παραπάνω μοντέλα προκαλούν και να υιοθετήσει θετική ανταπόκριση απέναντι στη συνεχή επαγγελματική αλλαγή. Κατά τον Peter Hawkins (1999) το να έχεις απασχόληση σημαίνει ότι είσαι σε «κίνδυνο», το να είσαι απασχολήσιμoς σημαίνει ότι είσαι ασφαλής.

Ο εργαζόμενος της σύγχρονης εποχής θα πρέπει να βρίσκεται σε μία ατέρμονη προσωπική διαδικασία για να προσαρμοστεί στη νέα εργασιακή πραγματικότητα. Η συνεχής επιμόρφωση σίγουρα ωφελεί τα άτομα, καθώς συμβάλλει σημαντικά στην προσωπική τους ανάπτυξη. Όμως η διά βίου μάθηση, με άξονα πάντα την εκπαίδευση για την εργασία και την παραμονή σε αυτή, σε μια διαρκή στάση αντιμετώπισης της ανεπάρκειας, πιθανά να απέχει πολύ από την αυτοπραγμάτωση. Σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ο ανθρώπινος παράγοντας που συνιστά σεβασμό στην προσωπική επιλογή της συνειδητής αποχής από αυτό τον αβέβαιο κύκλο, αν και προφανώς δεν υπάρχει μεγάλο περιθώριο διαφοροποίησης.

Έτσι λοιπόν εγείρονται πολλά πολιτικά, εκπαιδευτικά, κοινωνιολογικά και ηθικά θέματα και προβληματισμοί, καθώς το αίσθημα ανασφάλειας και φόβου που προκαλείται στα άτομα είναι μία πρόκληση για το πολιτικό σύστημα και τις διοικήσεις των οργανισμών σχετικά με τη διασφάλιση της ευημερίας, της ψυχικής και της σωματικής υγείας του εργατικού δυναμικού.

Ας δούμε όμως ποιες είναι οι δεξιότητες - κλειδιά που εκτιμά και αναγνωρίζει η αγορά εργασίας. Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Ένωση -μεταξύ άλλων- είναι η ικανότητα για μάθηση, οι δεξιότητες χρήσης ΤΠΕ (τεχνολογίες πληροφορικής και επικοινωνίας), η καλή χρήση της μητρικής και μιας επιπλέον γλώσσας, η δεξιότητα για επιχειρηματικότητα, η ανάληψη πρωτοβουλίας, η κατανόηση της έννοιας του πολίτη, καθώς και η ικανότητα πολιτισμικής συνείδησης και έκφρασης.

Διαβάστε περισσότερα >>