Σπάνια κάποιος καταλήγει αμέσως στη δουλειά των ονείρων του. Είτε οι συνθήκες δεν θα είναι ικανοποιητικές είτε θα βρεθεί κάποια καλύτερη επαγγελματική ευκαιρία είτε θα υπάρξουν παράγοντες που δεν σχετίζονται με την εργασία, αλλά θα την επηρεάσουν άμεσα (μετακόμιση, σπουδές, κλπ). Για αυτούς και για άλλους λόγους, λοιπόν, οποιοσδήποτε εργαζόμενος μπορεί να βρεθεί στην ίσως αμήχανη θέση να δηλώσει την παραίτησή του.

Παρακάτω, θα αναφερθούν ορισμένες συμβουλές για μια ομαλή αποχώρηση από έναν εργασιακό χώρο, μειώνοντας όσο το δυνατόν περισσότερο γίνεται τις δυσκολίες που πιθανόν να προκύψουν και από τις δύο πλευρές, τόσο για εργαζομένους όσο και για εργοδότες.

 

Βασικά βήματα

 

1. Έγκαιρη ενημέρωση διευθυντή/προϊσταμένου

Η άμεση ενημέρωση αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για ομαλή αποχώρηση και αποφυγή προστριβών μεταξύ υπαλλήλου και εργοδότη. Δίνοντας το περιθώριο στην επιχείρηση να δει τις επόμενες κινήσεις της, όπως η εύρεση αντικαταστάτη ή και ιδανικά μια υποτυπώδη εκπαίδευσή του, φανερώνει ευπρέπεια και κυρίως επαγγελματισμό. Η έγκαιρη ενημέρωση, εφόσον είναι εφικτό, καλό είναι γίνει δια ζώσης ή έστω με call meeting και όχι με e-mail ή τηλεφωνική κλήση. Με αυτόν τον τρόπο εξηγούνται καλύτερα οι λόγοι αποχώρησης και γίνεται καλύτερα ένας διάλογος για τα επόμενα βήματα αυτού του «διαζυγίου».

Μάλιστα, εφόσον η αλλαγή γίνεται για πρόσληψη σε άλλη εταιρεία, σημαντικό είναι να αναφερθεί ότι οι περισσότερες επιχειρήσεις αφήνουν ένα περιθώριο δύο εβδομάδων στον καινούργιο εργαζόμενο, για να φύγει ομαλά από την προηγούμενη δουλειά του. Αυτό το διάστημα δίνει έστω στοιχειωδώς ένα πλάνο και ένα περιθώριο στην επιχείρηση να δει πώς θα πράξει.

 

2. Ειλικρίνεια και ευγένεια

Μετά τη δήλωση του εργαζομένου για άμεση αποχώρησή του, πιθανότατα να ερωτηθεί από τους ανωτέρους του για τους λόγους που οδηγήθηκε εκεί. Ο εργαζόμενος καλό είναι να μιλήσει ειλικρινά, αλλά και ευγενικά για τις αιτίες. Πρώτον, με αυτόν τον τρόπο δεν κλείνει οριστικά πίσω του μια πόρτα. Ίσως σε μελλοντικό χρόνο να υπάρξει θέληση επανένταξης στο δυναμικό της εταιρείας ή ο εργαζόμενος να χρειαστεί συστάσεις. Δεύτερον, δίνει τη δυνατότητα στην εταιρεία να αναλογιστεί τα λάθη από τη δική της πλευρά για να βελτιωθεί. Τρίτον, μπορεί να υπάρξει μια συζήτηση διαπραγμάτευσης και επίλυσης προβλημάτων, καθώς κάποια ζητήματα ίσως να μπορούν να επιλυθούν ευκολότερα από όσο νομίζουμε. Μια αντιπρόταση από τη μεριά της εργοδοσίας μπορεί να είναι πιο συμφέρουσα από όσο ένας υπάλληλος φαντάζεται, ενώ ταυτόχρονα απαλλάσσει την εταιρεία από προβλήματα, όπως την εύρεση ικανού αντικαταστάτη, την εκπαίδευσή του, τον μεγαλύτερο όγκο υποχρεώσεων σε λιγότερα άτομα κλπ.

 

 

3. Κλείσιμο εκκρεμοτήτων

Το διάστημα πριν την αποχώρηση αποτελεί σημαντική περίοδο για να κλείσουν όσο τον δυνατόν περισσότερες εκκρεμότητες είχε αναλάβει μέχρι πρότινος ο υπάλληλος. Πελάτες που είχε αναλάβει αποκλειστικά, κείμενα και excel που δεν έχουν ολοκληρωθεί και πολλά άλλα μπορεί να αποτελούν ανά περίπτωση υποχρεώσεις που πρέπει να δρομολογηθούν άμεσα, καθώς πιθανότατα μπορεί μόνο ο συγκεκριμένος υπάλληλος να έχει πλήρη γνώση γύρω από αυτά.

Κλείνοντας αυτές τις υποθέσεις, δεν θα χρειαστεί να τις επωμισθεί άλλος υπάλληλος που δεν θα είναι αρκετά ενήμερος για τα καθήκοντα του συναδέλφου του, καθώς και για ό,τι είχε αναλάβει. Αποτελεί δείγμα επαγγελματισμού και κάτι που επιλύει πολλά πιθανά επερχόμενα προβλήματα για την επιχείρηση.

Τέλος, μειώνεται και η ανάγκη της εταιρείας και του προσωπικού να επικοινωνήσουν με τον εργαζόμενο όταν πλέον θα έχει αποχωρήσει (για επεξηγήσεις, ενημερώσεις, κλπ).

 

4. Ενημέρωση συναδέλφων για ό,τι χρειάζεται

Φυσικά, εάν οι εκκρεμότητες δεν μπορούν να κλείσουν ή είναι μόνιμα καθήκοντα του εργαζομένου, ο υπάλληλος πιθανώς να κληθεί να ενημερώσει αναλυτικά τους αρμόδιους συναδέλφους που είτε προσωρινά είτε μόνιμα θα αναλάβουν τα νέα καθήκοντά του. Μπορεί να γραφτεί μια λίστα αρμοδιοτήτων και οδηγιών για το πώς βγαίνουν εις πέρας ορισμένα tasks, για αρχεία υπολογιστή κλπ ή να γίνει πρακτικά εκπαίδευση στους άλλους. Αυτή η ενημέρωση ή και εκπαίδευση αποτελεί μια πολύτιμη ενέργεια για μια πιο ομαλή μεταβατική περίοδο για τον εργασιακό χώρο. Τέλος, όσο μεγαλύτερη είναι η εταιρεία, καθώς και η θέση που μένει κενή, τόσο μεγαλύτερη είναι και η ανάγκη για αναλυτικές ή/ και γραπτές αναφορές των ανοιχτών υποθέσεων.

Εάν ο υπάλληλος κληθεί να εκπαιδεύσει τον αντικαταστάτη του, καλό είναι να είναι τυπικός, βοηθητικός και προφανώς να μην προβεί σε κακή εκπαίδευση για να σαμποτάρει τον επόμενο. Εκτός από μικρόψυχο απέναντι σε έναν συνάδελφο που δεν του «έφαγε τη θέση», αφού μιλάμε για παραίτηση, θα θεωρηθεί και πλήρως αντιεπαγγελματικό. Αντίθετα, εάν φανεί ότι ο αντικαταστάτης εκπαιδεύτηκε επαρκώς, θα είναι εφικτό να διατηρηθούν γέφυρες επικοινωνίας μεταξύ υπαλλήλου και εταιρείας, καθώς ο εργαζόμενος θα έχει αποδείξει και με το παραπάνω συνεργάσιμος.

 

Συμπέρασμα

 

 

Συνοψίζοντας, κατέστη σαφές ότι η αποχώρηση από ένα εργασιακό περιβάλλον που δεν ταιριάζει/ καλύπτει/ επιβαρύνει κάποιον μπορεί να γίνει επαγγελματικά προς το όφελος, τόσο του εργαζομένου όσο και της εταιρείας. Ο εργαζόμενος που θέλει ή πρέπει να αλλάξει την επαγγελματική του ζωή οφείλει να ακολουθήσει κάποια βήματα, ώστε να διευκολύνει τη μετάβαση της εταιρείας με την αποχώρησή του, διατηρώντας το κύρος του. Με αυτόν τον τρόπο και φέρεται αξιοπρεπώς και στηρίζει ένα πλαίσιο από το οποίο επωφελήθηκε, είτε λίγο είτε πολύ, και τέλος δεν κλείνει πίσω του για πάντα τη δυνατότητα επιστροφής στην επιχείρηση που αφήνει.